Μίμη μου,δεν βγαίνω απ' το σπίτι και όλο γίνομαι μικρή και αν κάποτε έρθεις, θα με βρεις μωρό χωρίς να ξέρω τίποτα. Ούτε εσένα.
Γελάς; Μη γελάς. "Ανάβουν" τα μάτια σου και σκοτεινιάζει ο δρόμος .Άνοιξε τα χέρια σου και άσε να φέρει αέρα. Δεν μου έμεινε άλλη ηδονή, μόνο να σε ελπίζω. Το ξέρω, μου 'πεσε βαρύ που έφυγες και τα λέω μπερδεμένα. Μα είναι αχόρταγο το μέσα μου και όλο ζητάει.
Θα έρθεις απτόητος ή το ίδιο ανόητος; Ξερνάω κακία και δεν πρέπει. Σου ζητώ συγγνώμη. Έλα και θα 'μαι ο γελωτοποιός σου. Άσχημος,δύσμορφος νάνος. Με αυτιά γαϊδάρου και κουδούνια. Φτωχά τα όσα σου γράφω, το δέχομαι.Εσύ αξίζεις να σε κεντήσω στις φλέβες μου. Τί να τις κάνεις εσύ τις λέξεις; Πλάνεμα αλλόκοτο για λίγους, είναι.
Θες να μάθεις τα κακά μαντάτα,Μίμη μου; Οι δυο μας είμαστε.Έκανε το κουμάντο του ο κόσμος,μη πάνε τσάμπα τα λεφτά που τον ορίσανε. Μείναμε εμείς και μια γυάλα με φορμόλη. Αυτό θα ΄ναι το μνήμα μας.
Όσο μένουμε ζωντανοί,ασυγχώρητους θα μας αφορίσουν. Για αυτό σου λέω, έλα να γλεντήσουμε και ας είναι αυτό το ξόδεμα το τελευταίο.
Βγάζεις νόημα ή θα 'πρεπε να ντρέπομαι; Μη με φοβάσαι εμένα. Τον έχω εγώ τον τρόπο μου να ανακαλύπτω τσίπα.Θα ανάψω και ένα τσιγάρο σου, που βρήκα στο συρτάρι να θεριέψει ο αλήτης που έχω για αβάντα. Μόνο αυτός δεν δειλιάζει, εδώ που φτάσαμε.
Ρίξε μου δύο φάσκελα,σταύρωσε μέ, τί να πω...Νόμιζα θα έφευγες και θα γλίτωνα, μα είναι σαν να χιονίζει χρόνια και πέφτει η σάρκα απ' το κρύο, δήθεν χορτάτη από αγγίγματα. Άλλο παιδεμό πέρα απο σένα δεν έχω.Έλα, κάνε μου τη χάρη.Πόσο να αντέξω;Ξέφτισα που λέν και οι προδομένοι.
"Μαλάκας πρώτος" λένε οι φίλοι, "δεν αξίζει τον ίσκιο κανενός". Ποιός τους υπολογίζει τους λερούς; Δεν τους επιτρέπω. Δεν θα μονιάσω μαζί τους,παρά μόνο αν σαπίσει και η πιο βαθιά σου ρίζα.
Εως τότε, θα κρέμομαι απ' το μπράτσο σου, θα σου κάνω τα θελήματα. Δε με νοιάζει ό,τι μου πες.
Αν ειχε η νύχτα στόμα, τα ίδια θα έλεγε. Δεν παρεξηγώ εγώ,Μίμη μου. Και ας ήτανε βελόνες και χώμα άρρωστο τα λόγια σου. Και ας έφτυναν αίμα και βροχή, δεν τα θυμάμαι. Παραμένω το κουράγιο σου το άτρωτο. Το περήφανο ρεζίλι σου.
Έλα να λογαριαστούμε. Ξαναγεννημένοι και αιώνιοι, πρεζάκια της στιγμής, της θαμπής της ντόλτσε βίτα. Έλα να μεθύσουμε, να βγάλουμε έξω το κρεβάτι να πονάμε με τις ώρες,σε μια άκρη αυτού του κόσμου. Έλα να πλύνουμε τα σάβανα να τα 'χουμε έτοιμα. Έλα και θα σ'αφήσω να νικήσεις,εγώ ξέρω να χάνω. Εμείς οι δύο μείναμε. Παράταιροι.
Θα σε περιμένω Μίμη μου.
Γελάς; Μη γελάς. "Ανάβουν" τα μάτια σου και σκοτεινιάζει ο δρόμος .Άνοιξε τα χέρια σου και άσε να φέρει αέρα. Δεν μου έμεινε άλλη ηδονή, μόνο να σε ελπίζω. Το ξέρω, μου 'πεσε βαρύ που έφυγες και τα λέω μπερδεμένα. Μα είναι αχόρταγο το μέσα μου και όλο ζητάει.
Θα έρθεις απτόητος ή το ίδιο ανόητος; Ξερνάω κακία και δεν πρέπει. Σου ζητώ συγγνώμη. Έλα και θα 'μαι ο γελωτοποιός σου. Άσχημος,δύσμορφος νάνος. Με αυτιά γαϊδάρου και κουδούνια. Φτωχά τα όσα σου γράφω, το δέχομαι.Εσύ αξίζεις να σε κεντήσω στις φλέβες μου. Τί να τις κάνεις εσύ τις λέξεις; Πλάνεμα αλλόκοτο για λίγους, είναι.
Θες να μάθεις τα κακά μαντάτα,Μίμη μου; Οι δυο μας είμαστε.Έκανε το κουμάντο του ο κόσμος,μη πάνε τσάμπα τα λεφτά που τον ορίσανε. Μείναμε εμείς και μια γυάλα με φορμόλη. Αυτό θα ΄ναι το μνήμα μας.
Όσο μένουμε ζωντανοί,ασυγχώρητους θα μας αφορίσουν. Για αυτό σου λέω, έλα να γλεντήσουμε και ας είναι αυτό το ξόδεμα το τελευταίο.
Βγάζεις νόημα ή θα 'πρεπε να ντρέπομαι; Μη με φοβάσαι εμένα. Τον έχω εγώ τον τρόπο μου να ανακαλύπτω τσίπα.Θα ανάψω και ένα τσιγάρο σου, που βρήκα στο συρτάρι να θεριέψει ο αλήτης που έχω για αβάντα. Μόνο αυτός δεν δειλιάζει, εδώ που φτάσαμε.
Ρίξε μου δύο φάσκελα,σταύρωσε μέ, τί να πω...Νόμιζα θα έφευγες και θα γλίτωνα, μα είναι σαν να χιονίζει χρόνια και πέφτει η σάρκα απ' το κρύο, δήθεν χορτάτη από αγγίγματα. Άλλο παιδεμό πέρα απο σένα δεν έχω.Έλα, κάνε μου τη χάρη.Πόσο να αντέξω;Ξέφτισα που λέν και οι προδομένοι.
"Μαλάκας πρώτος" λένε οι φίλοι, "δεν αξίζει τον ίσκιο κανενός". Ποιός τους υπολογίζει τους λερούς; Δεν τους επιτρέπω. Δεν θα μονιάσω μαζί τους,παρά μόνο αν σαπίσει και η πιο βαθιά σου ρίζα.
Εως τότε, θα κρέμομαι απ' το μπράτσο σου, θα σου κάνω τα θελήματα. Δε με νοιάζει ό,τι μου πες.
Αν ειχε η νύχτα στόμα, τα ίδια θα έλεγε. Δεν παρεξηγώ εγώ,Μίμη μου. Και ας ήτανε βελόνες και χώμα άρρωστο τα λόγια σου. Και ας έφτυναν αίμα και βροχή, δεν τα θυμάμαι. Παραμένω το κουράγιο σου το άτρωτο. Το περήφανο ρεζίλι σου.
Έλα να λογαριαστούμε. Ξαναγεννημένοι και αιώνιοι, πρεζάκια της στιγμής, της θαμπής της ντόλτσε βίτα. Έλα να μεθύσουμε, να βγάλουμε έξω το κρεβάτι να πονάμε με τις ώρες,σε μια άκρη αυτού του κόσμου. Έλα να πλύνουμε τα σάβανα να τα 'χουμε έτοιμα. Έλα και θα σ'αφήσω να νικήσεις,εγώ ξέρω να χάνω. Εμείς οι δύο μείναμε. Παράταιροι.
Θα σε περιμένω Μίμη μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου